Εισαγωγή
Η αδελφική αντιζηλία είναι ένα φυσικό φαινόμενο που εμφανίζεται στις περισσότερες οικογένειες με δύο ή περισσότερα παιδιά. Περιγράφει τα συναισθήματα ζήλιας, θυμού ή ανταγωνισμού που μπορεί να αναπτυχθούν ανάμεσα σε αδέλφια, συνήθως γύρω από την προσοχή και την αγάπη των γονέων. Παρότι συχνά αντιμετωπίζεται αρνητικά, στην πραγματικότητα πρόκειται για μια φυσιολογική φάση της ανάπτυξης, που βοηθά τα παιδιά να μάθουν να μοιράζονται, να συνεργάζονται και να διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους.
Γιατί εμφανίζεται η αδελφική αντιζηλία;
Η αδελφική αντιζηλία μπορεί να ξεκινήσει ήδη από τη γέννηση ενός νέου μωρού. Το μεγαλύτερο παιδί μπορεί να νιώσει ότι «χάνει» τη θέση του στην προσοχή των γονέων.
Καθώς μεγαλώνουν, τα παιδιά συγκρίνουν μεταξύ τους τις ικανότητες, τις επιτυχίες και την αποδοχή που λαμβάνουν από το περιβάλλον. Αν νιώσουν ότι κάποιο παιδί «προτιμάται» ή «τα καταφέρνει καλύτερα», η ζήλια μπορεί να ενταθεί.
Παράγοντες που την ενισχύουν:
- Διαφορετική μεταχείριση από τους γονείς, ακόμη κι αν γίνεται ασυνείδητα.
- Συχνές συγκρίσεις ανάμεσα στα αδέλφια («κοίτα ο αδερφός σου πόσο καλά τα κάνει»).
- Μικρή διαφορά ηλικίας ή ίδιο φύλο, που οδηγεί σε πιο άμεσο ανταγωνισμό.
- Διαφορετικοί χαρακτήρες και ανάγκες, που μπορεί να κάνουν τα παιδιά να νιώθουν λιγότερο κατανοητά.
Ψυχολογική Προσέγγιση
Οι ψυχαναλυτές, όπως ο Adler (1927) και ο Freud (1923), θεωρούσαν ότι η αδελφική αντιζηλία πηγάζει από την ανάγκη του παιδιού να νιώθει μοναδικό και αγαπημένο.
Πιο σύγχρονες προσεγγίσεις (π.χ. Minuchin, 1974) υπογραμμίζουν τη σημασία του οικογενειακού συστήματος: η δυναμική ανάμεσα στα μέλη, η επικοινωνία και οι κανόνες του σπιτιού καθορίζουν πόσο έντονα θα εκδηλωθεί η αντιζηλία.
Η συστημική θεωρία βλέπει την αδελφική σχέση σαν «καθρέφτη» των σχέσεων μέσα στην οικογένεια. Όταν υπάρχει ασφάλεια, όρια και δικαιοσύνη, ο ανταγωνισμός μετατρέπεται σε συνεργασία και αλληλοϋποστήριξη.




